Marlon Brando: Όλη του η ζωή όπως την αφηγείται στο νέο του ντοκιμαντέρ, Listen to me Marlon!

Μέσα σε 95’ θα μάθεις από τον ίδιο όσα δεν είπε ποτέ όσο ζούσε για τους φόβους, τις επιθυμίες, τις γυναίκες, την αποτυχία και το σεξ.
Marlon Brando: Όλη του η ζωή όπως την αφηγείται στο νέο του ντοκιμαντέρ, Listen to me Marlon!



Γνήσιος γόης, αξεπέραστο πρότυπο κακού παιδιού και τόσο εσωστρεφής…Σαν στρείδι. Τελικά, γεμάτο μαργαριτάρια όπως αποδεικνύεται στο νέο ντοκιμαντέρ για τη ζωή του Listen to me Marlon. Η ταινία σε σκηνοθεσία Stevan Riley μας ξεναγεί στον μυστηριακό κόσμο του ηθοποιού μέσα από το συγκλονιστικό αρχείο των προσωπικών του ηχογραφήσεων από επαγγελματικές συναντήσεις, συνεντεύξεις, το σπίτι του αλλά και κατά τη διάρκεια συνεδριών ύπνωσης. Μέσα σε 95’ συμπυκνώθηκαν οι 300 και ώρες του υλικού αυτού, στο οποίο ακούγεται ο Marlon να περιγράφει τους φόβους, τις ελπίδες, τις επιθυμίες, τις αποτυχίες, τη σχέση του με τις γυναίκες, αλλά και το θρήνο του για το θάνατο της κόρης του.

Το Listen to Me Marlon έχει κάνει μέχρι στιγμής πρεμιέρα μόνο σε φεστιβάλ από τον Ιανουάριο που ολοκληρώθηκε, ενώ αναμένεται μέχρι το τέλος του 2015 να το κυκλοφορήσει στις κινηματογραφικές αίθουσες. Μέχρι τότε, είναι διαθέσιμο το teaser και ένα μικρό αποκλειστικό για τα μέσα βίντεο. Έτοιμοι για μια βουτιά στα άδυτα του μυαλού του Marlon Brando;

Ο Marlon Brando πέθανε το 2004. Είχε δώσει ελάχιστες συνεντεύξεις. Όταν το περιβάλλον του Brando προσέγγισε τον Riley για το ντοκιμαντέρ, που θεωρούσε ως ένα άπιαστο όνειρο ζωής για εκείνον, ο σκηνοθέτης αποκάλυψε «Ήξερα ότι υπήρχαν αυτά τα αρχεία, αλλά δεν ήξερα πόσα ήταν. Σχεδόν κανένας δεν ήξερε. Ο Marlon κρατούσε τα πάντα σε μια καρβουναποθήκη δίπλα στο σπίτι του. Δεν είχε τίποτα μέσα στο σπίτι. Ήταν όλα εκεί. Υπήρχαν επίσης εκατοντάδες χειρόγραφα που συνόδευαν το οπτικοακουστικό υλικό».

Ο εξομολογητικός τόνος που διατρέχει το ανέκδοτο υλικό του Brando, σοκάρει και συγκινεί εξίσου. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι πρωτόγνωρος. Οι ερμηνείες του στη μεγάλη οθόνη πολλές φορές λυγίζουν από το αδιόρατο συναισθηματικό βάρος που τις φόρτιζε-και τις φώτιζε. Ακόμα και στα πρώτα του βήματα, η λάμψη του χαρίσματος και της ιδιαιτερότητας του προερχόταν από την αίσθηση ότι υπήρχε κάτι ευάλωτο, κάποιες κρυφές πτυχές και συναισθηματικές πληγές πίσω από όλη αυτήν την εικόνα –που όταν έπαιζε αποκάλυπτε κάτι από τον πραγματικό εαυτό του αντί να κρύβεται. Όλα αυτά μπορείς να τα παρατηρήσεις καλύτερα στη ταινία του Bernardo Bertolucci, το «Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» του 1972 (gif κάτω), στο οποίο ο Brando αυτοσχεδίαζε  μονολόγους προσωπικούς που στοιχειώνουν για τη ζωή του.

Ίσως αυτός να ήταν και ο λόγος που παρά την εσωστρεφή δημόσια εικόνα του, ήταν τόσο ανοικτός σε αυτές τις κασέτες-ήταν αυτός και το μηχάνημα χωρίς ενδιάμεσους σκηνοθέτες, δημοσιογράφους ή οποιονδήποτε άλλο. Σημειωτέον, εκτός τον εαυτό του ηχογραφούσε και τους άλλους. Όσο παρανοϊκό κι αν ακούγεται, είχε εγκατεστημένα μικρόφωνα μέσα στο σπίτι για να ακούει κυρίως τι λένε οι άλλοι. Ενώ, την εποχή της ακτιβιστικής δράσης του για τα ζητήματα των ιθαγενών Ινδιάνων ανησυχούσε αν τον κατασκόπευε η CIA. 

To Listen to Me Marlon δείχνει τον Brando να μιλάει για τα πάντα: από τα πρώτα του χρόνια, τα σκαμπανεβάσματα της καριέρας του, τις συνεχώς εναλλασσόμενες απόψεις του για την υποκριτική μέχρι την προσωπική του ζωή (τους γάμους, την καταδίκη του γιου του Christian για φόνο, ακόμα και την τραγική αυτοκτονία της κόρης του Cheyenne.

Αν περιμένεις ότι στο ντοκιμαντέρ θα τον ακούσεις να μιλάει για την αμφίσημη σεξουαλικότητα του και τα κουτσομπολιά γύρω από το όνομα του, μάλλον θα απογοητευτείς. Εκτός ότι είναι ζητήματα που για εκείνον δεν έχρηζαν σχολιασμού, δεν εντάσσονται στο πλαίσιο του σκοπού του, που δεν είναι άλλος από το να ακούσουμε με τα ίδια του τα λόγια τι έχει να πει ο Marlon για το άτομο πίσω από τον Brando.

Στο παραπάνω βίντεο ακούμε και βλέπουμε αποσπάσματα από το αρχειακό υλικό της ταινίας. Ανάμεσα στα πολλά, ο Brando ισχυρίζεται ότι βρήκε το απόλυτο ησυχαστήριο ανάμεσα στα μέλη μιας φυλής στην Ταϊτή κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας Mutiny On The Bounty το 1962, μονολογώντας «Ποτέ δεν βρέθηκα σε ένα μέρος που να μου υπαγόρευε να σταματήσω να αγχώνομαι όπως αυτό το μέρος, ή αυτοί οι άνθρωποι. Αν έφτανα ποτέ κοντά στην αίσθηση της απόλυτης ηρεμίας θα ήταν εδώ».

Ωστόσο, ενώ μπορεί να μην σχολιάζει τίποτα για τη σεξουαλικότητα του, λέει για το σεξ «Μετά από ένα σημείο, το πέος έχει τη δική του ατζέντα. Οι αποφάσεις δεν παίρνονται από εσένα».

Ένα άλλο θέμα το οποίο επανέρχεται πολλές φορές στις αφηγήσεις του, ενώ δουλεύει πάνω σε μερικούς από τους σημαντικότερους ρόλους του, είναι η σχέση κακοποίησης με τον πατέρα του και την αλκοολική μητέρα του. «Ο γέρος μου ήταν σκληρός» συλλογίζεται, «ήταν πυροσβέστης. Ήταν ένας άνθρωπος χωρίς πολλή αγάπη μέσα του. Συνήθιζε να με χαστουκίζει χωρίς κάποιο συγκεκριμένο λόγο. Και φυσικά τότε ένιωθα συνεχώς εκφοβισμένος». Ενώ, συνεχίζει να αναλογίζεται τη βία από τον πατέρα του, καθώς αναπτύσσει το χαρακτήρα τόσο του σπλαχνικού Stanley Kowalski στην ταινία «Λεωφορείον ο Πόθος», όσο και του φοβερού αλλά ευαίσθητου Don Vito Corleone στον «Νονό».

Παρ' όλες τις επιτυχίες, δεν σταματάει την αυτοκριτική. «Πως το κάνεις αυτό στον εαυτό σου; Χάνεις το κοινό. Δεν έχεις έστω και λίγη γαμημένη αξιοπρέπεια;» ξεσπάει ενώ σκέφτεται την καταστροφική ταινία ‘Candy’ και την εξίσου αποτυχημένη ‘A Countess From Hong Kong’ με τους Charlie Chaplin και Sophia Loren.

Σε περιόδους στρες, συχνά στρέφεται σε τεχνικές αυτό-ύπνωσης, τις οποίες διδάχθηκε από την κορυφαία καθηγήτρια υποκριτικής, Stella Adler. «Άκουσε με, Marlon» μουρμουράει και ίσα που ακούγεται από τα παράσιτα της κασέτας, «Marlon, απλά αφήσου»!

«Η υποκριτική είναι να προσποιείσαι πράγματα, αλλά εντάξει. Η ζωή είναι μια πρόβα. Η ζωή είναι ένας αυτοσχεδιασμός. Θα βάλω ένα ειδικό μικρόφωνο μέσα στην κάσα, έτσι ώστε όταν ξυπνήσω εκεί μέσα, 2 μέτρα κάτω από το χώμα, να μπορώ να πω ‘Κάν’ το διαφορετικά’».

Άλλοτε, επιμένει ότι η υποκριτική δεν είναι κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο «Όλοι είστε ηθοποιοί. Και καλοί ηθοποιοί μάλιστα. Γιατί είστε ψεύτες. Όταν λέτε κάτι που δεν το εννοείτε ή εμποδίζετε τον εαυτό σας να πει αυτό που πραγματικά εννοείτε, αυτό είναι υποκριτική…Όλοι υποκρινόμαστε…απλά κάποιοι πληρώνονται γι αυτό».

Κάποια φορά μιλάει για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο «Ένας ταραγμένος άνθρωπος μόνος βασανίζεται με τις αναμνήσεις σε μια κατάσταση σύγχυσης, θλίψης, απομόνωσης, διαταραχής» και συνεχίζει «Θέλουν να είναι κάτι παραπάνω από κοινωνικός με ένα συνηθισμένο τρόπο και καταλήγει σαν μια μηχανική κούκλα. Δεν μπορώ να περιγράψω πόσο άβολο είναι να μην μπορείς να είσαι ένα φυσιολογικός άνθρωπος».

Ενώ, συμπεραίνει για το δίκοπο μαχαίρι της διασημότητας «Ίσως να ένιωθε ότι του συμπεριφέρονταν άσχημα και είναι θυμωμένος γι αυτή τη μεταχείριση».

Η μόνη εποχή κατά την οποία ο Marlon απόλαυσε πραγματικά τα πλεονεκτήματα της διασημότητας του ήταν λίγο μετά την ταινία «Λεωφορείο ο πόθος». Όλα όπως και ο ίδιος λέει «όλα γύρισαν μπούμερανγκ».

Αχ, Marlon…Δεν γύρισαν όλα μπούμερανγκ. Απλά δεν είχαν την γνώση να διαχειριστούν το ταλέντο και την ευαισθησία σου. Αν ζούσες σήμερα τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά, αλλά και πάλι…Όντως θα τα θυσίαζες όλα και θα τα έκανες διαφορετικά;