Πάω στοίχημα ότι οι γραμμές που θα διαβάσεις παρακάτω θα σου φτιάξουν την ημέρα. Θα γουστάρεις, θα πορρωθείς ή θα τη βρεις πολύ άγρια που θα έλεγε και ο Κώστας Σόμμερ.
Αναρρωτιέσαι τι διάλεκτος είναι αυτή; Είναι το λεξιλόγιο που κάποτε χρησιμοποιούσε ο 19χρονος Conny όταν παρουσιάστηκε με την παρέα του στο περιοδικό ΚΛΙΚ τον Ιούνιο του 1993.
Όπως κατάλαβες, ο Conny είναι ο Κώστας Σόμμερ και κάποτε ήταν ένας teddy boy που έκανε κόντρες και σύχναζε στα μπιλιαρδάδικα. Ένας τύπος ανέμελος, με μπούκλα-τζελ, μηχανή και λαμπερό χαμόγελο. Ήταν, δηλαδή, το αγόρι των ονείρων μας, όταν ήμασταν έφηβες.
Τον εντοπίσαμε σε ειδικό αφιέρωμα του περιοδικού για τα είδη των τεκνών της εποχής και μπορούμε να πούμε ότι το κείμενο που διαβάσαμε ήταν το highlight της ημέρας μας.
Παρακάτω θα βρεις τα καλύτερα αποσπάσματα του κειμένου. Δυστυχώς, η συνέντευξη ήταν ομαδική και δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά αν ήταν ο Conny που ξεστόμισε αυτά τα λόγια, ο Μάνος ή η Χριστίνα.
Πριν διαβάσεις το άρθρο, δώσε βάση στις συστάσεις. Conny: 19 ετών, ζει στο Παλαιό Φάληρο κάνει συχνά snowbοrding, όταν δεν παίζει με τους φίλους του μπιλιάρδο, παίζει σε διαφημίσεις για χαρτζιλίκι ή φέρνει κότερα από νησιά.
Είναι οι πιο σταθεροί θαμώνες στις κόντρες της Βουλιαγμένης, της Ποσειδώνος ή στα Λιμανάκια και από τους πρώτους που τις μαθαίνουν στα στέκια τους, με πιο έγκυρη πηγή το Cargo στο Καλαμάκι. Συχνάζουν σε μπιλιαρδάδικα, το Zeppelin στην Αγία Βαρβάρα. Το Champion στη Νέα Σμύρνη, την Πρεσβεία στην Κηφισιά, όπου τα στοιχήματα ξεκινάνε από τις 5.000 δρχ. Και φτάνουν στις 60.000 και μπορούν να σκοτώσουν άπειρες ώρες στον Αιδίνη στα καφέ της Κηφισιάς ή της Γλυφάδας, μιλώντας για τα ίδια 4-5 ονόματα. [...]
Η ζωή τους είναι αφιερωμένη στο χαβαλέ και η λέξη «βαριέμαι» τους είναι άγνωστη, εκτός και αν πρέπει να διαβάσουν ή, το πιο σπαστικό, να αντέξουν το κήρυγμα από τους γονείς τους μέχρι τέλους. Πέρασαν το Γυμνάσιο και το Λύκειο κινδυνεύοντας κάθε χρόνο να μείνουν, χωρίς, όμως, οι καθηγητές να τους αντιπαθούν γιατί δεν είναι «κωλόπαιδα» και γιατί το χιούμορ και η λογική τους αφοπλίζουν. Στα μάτια τους –και πολύ λιγότερο στο μυαλό τυος τα πράγματα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Σε αυτά που «λένε» και εκείνα που «δεν λένε». Τα Superga, ας πούμε πια δεν λένε, «γιατί έχουν γίνει κι αυτά πολύ φλωρέ». Αντίθετα, «λένε μανιακά» οι μπότες Buffalo χειμώνα καλοκαίρι, ποτέ όμως «κομμένες» που κάνουν «γυφτέ». [...]
Από γκόμενες: Η Βάνα Μπάρμπα «χώνεται μανιακά». «Η Madonna είναι μιλάμε πανέξυπνη, αλλά σα γυναίκα δε λέει». Η Vanessa Paradis, μόνο σαν γυναίκα («Τι σχέση έχει η φλωριά με το αν είναι ωραία κοπέλα ή όχι»). Γενικά οι «δυσκοίλιες» με τίποτα, ούτε όμως και οι πολύ έκφυλες («Να τα ‘χω με μια κοπέλα που ντύνεται έκφυλα, θα τα ‘παιρνα», όπως επίσης «Μια κοπέλα που βρίζει δεν λέει»). [...]
«Δίνει τύπο στο snowboard να έχεις μακρύ μαλλί» - «Σε κοιτάνε περίεργα και γουστάρω, μ’ αρέσει. Τη βρίσκω πολύ άγρια» - «Άρχισα να τ’ αφήνω στα 15, όχι ότι ήμουν κανένα κωλόπαιδο. Μετά που μάκραιναν, μ’ άρεσε περισσότερο, μου ‘λεγαν ότι μου πάνε... Τώρα είμαι πωρωμένος. Τώρα με χαρακτηρίζει, τότε δεν το είχα σκεφτεί». Τώρα πάνε μόνο όσους έχουν μακριά μαλλιά. Που σημαίνει κυρίως ότι δεν πάνε «τα κολεγιάκια με τις μωρουδίστικες φάτσες και τζελαρισμένο μαλλί στην τσιλιά, που πουλάνε μόστρα και την έχουν δει με τα λεφτά τους», εξ ου και η γνωστή θέση «η Κηφισιά και τα Β. Π. δε λένε, πιο πολύ λέει το Φάληρο ή η Νέα Σμύρνη».
[…]
Δηλώνουν ότι τους τη σπάει η σιγουριά, αλλά δεν ντρέπονται να συμπληρώσουν «έχω τη μάνα μου, κάπου θα με χώσει». Σε μια εποχή που γεφύρωσε το χάσμα των γενεών, αυτοί έχουν λόγους να βρίσκουν τους μεγάλους «κολλημένους» και να καταδικάζουν τους γονείς τους που προσέχουν τόσο πολύ τη γνώμη των άλλων. «Πρέπει να είναι στην τσίλια στο σπίτι γιατί θα γίνουμε ρόμπα». Η «επανάστασή» τους έχει την αφέλεια και τα φωτεινά χρώματα των teenagers στα ‘50s. Τα αιτήματά τους: «Θέλω να είναι όλα πιο ελεύθερα, να κάνει πιο πολύ ό,τι θέλει ο καθένας. Στις απεργίες, ας πούμε, που ο καθένας κάνει του κεφαλιού του, το πάω πολύ αυτό που γίνεται στην Ελλάδα».
Δες ΕΔΩ γιατί ο Κώστας Σόμμερ θα πιει το αίμα όποιας γυναίκας τον πουλήσει.