Θεωρείται κλασικός. Θεωρείται ποιοτικός, εμπορικός και ταυτόχρονα κλασική αξία. Τι μένει από όλα αυτά; «Οι άνθρωποι που γνώρισα. Και οι άνθρωποι που θα γνωρίσω. Τίποτα άλλο δεν μένει».
Aπό τον Πάνο Ζόγκα για το περιοδικό DownTown.
Αυτή τη βδομάδα βγαίνει στις Αίθουσες το Μαζί τα Φάγαμε, που πρωταγωνιστεί. Συναντιόμαστε στο Γουδί. Νομίζω ότι είναι ο ορισμός του cool. Δηλαδή μιλάει ήρεμα, έχει μια πιο μποέμ νοοτροπία ζωής, δεν δείχνει να αγχώνεται για τα πράγματα και δείχνει ότι δεν αφήνει αυτό που τον τρώει να τον χορτάσει. Είτε αυτό λέγεται κατάθλιψη, είτε δουλειά, είτε δάνεια στις τράπεζες.
Αντώνη, πώς είναι η ζωή σου αυτή την περίοδο;
Πολλή δουλειά, όπως συνήθως τα τελευταία χρόνια. Περιοδεία με το Άντρες Έτοιμοι για Όλα, πρόβες για τον Αττίκ, που θα ανέβει στο Παλλάς τον Απρίλιο, και πρόβες για το καλοκαίρι, που θα παίξω Επίδαυρο. Είναι καλό, ειδικά σε αυτές τις εποχές, να έχεις δουλειά συνέχεια, να έχεις προτάσεις να σε ζητάνε.
Εντάξει, ανήκεις σε αυτούς που τα τελευταία 25 χρόνια πάντα έχουν δουλειά, ανήκεις σε αυτούς που είναι απαραίτητοι.
Κανείς δεν είναι απαραίτητος. Όλοι είμαστε χρήσιμοι και όλοι πολύ εύκολα μπορούμε να αντικατασταθούμε.
Φαντάζομαι ότι θα είσαι αρκετά χορτασμένος πια.
Από ποια άποψη χορτασμένος; Πνευματική ή οικονομική; Πνευματικά είμαι μπουχτισμένος με όλο αυτό που μας συμβαίνει, οικονομικά είμαι ζορισμένος, όπως όλοι οι Έλληνες περίπου.
Δύσκολο να φανταστώ ότι έχεις οικονομικό θέμα. Πάντα είσαι σε μεγάλες δουλειές, έχεις διάρκεια και θεωρείσαι από τους πιο ακριβοπληρωμένους στον χώρο σου.
Δεν έχω οικονομικά προβλήματα που μπορούν να με διαλύσουν. Δεν με κυνηγάει μια κατάσχεση, αλλά με κυνηγάνε κάτι ψιλοδάνεια, το καθημερινό το «μέρα μπαίνει - μέρα βγαίνει». Είμαστε δε και μια πολύπλοκη οικογένεια με δυο παιδιά. Ο ένας άνεργος, ο άλλος φοιτητής και η μητέρα μου, που είναι 97 χρονών και χρειάζεται φροντίδα και αφοσίωση. Από την άλλη, δεν δουλεύω μόνο για τα λεφτά. Και λυμένα να τα είχα όλα, θα δούλευα. Θέλω να παίζω όσο με κρατάν τα πόδια μου. Πώς ήταν ο Ντίνος Ηλιόπουλος; Κάπως έτσι θέλω να γεράσω. Δουλεύοντας.
Έχεις και μια ιδιαίτερη δουλειά. Είσαι κατά κάποιον τρόπο τυχερός.
Με ποια έννοια;
Με την έννοια ότι κάνεις κάτι που αγαπάς, και το κάνεις με επιτυχία.
Είμαι. Είναι τρομερά διασκεδαστικό να είσαι ηθοποιός, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, κάθε χρόνο αλλάζεις παραστάσεις, ρόλους, παρέες, και αυτό είναι άκρως αναζωογονητικό. Επίσης μπορεί να γίνεται εκνευριστικό όταν είσαι αναγκασμένος να παίξεις κάτι που δεν σου αρέσει, όταν τσακώνεσαι. Εκεί είναι τα δύσκολα, εκεί τα χάνω, αλλά στο τέλος της ημέρας κάνω μια από τις πιο ενδιαφέρουσες δουλειές που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος.
Μιλάς για τσακωμούς αλλά τόσες δεκαετίες δεν έχει ακουστεί να έχεις τσακωθεί με κάποιον.
Δεν τσακώνομαι, το αποφεύγω. Αφού οι φίλοι μου με αποκαλούν Βούδα. Το κρατάω μέσα μου δεν το εκδηλώνω.
Και το να κρατάς πράγματα μπορεί να οδηγήσει σε ξέσπασμα.
Πριν ξεσπάσεις μπορείς να πας σε έναν ψυχίατρο και να το λύσεις. Έτσι τουλάχιστον έκανα εγώ. Παίρνεις ένα χάπι και λύνονται όλα. Καθαρίζει το μυαλό.
Πολλοί είναι εναντίον των χαπιών που ρυθμίζουν τη διάθεση.
Εγώ καθόλου, είμαι υπέρ της χημείας. Επειδή υπάρχουν τα χάπια θεωρώ ότι υπάρχει και η ανθρωπότητα. Θα ήμασταν πολύ λιγότεροι άνθρωποι ζωντανοί χωρίς τα χάπια. Και δεν καταλαβαίνω και αυτή την ηλιθιότητα που υπάρχει με τα παιδικά εμβόλια, με ανθρώπους που αρνούνται να τα κάνουν στα παιδιά. Και αυτό είναι επικίνδυνο για όλους. Παντού ξεσπάνε επιδημίες. Είμαστε χημεία. Καθαρή χημεία, που μερικές φορές χρειάζεται ρύθμιση.
Και μυαλό έχουμε επίσης.
Αυτό είναι το μεγάλο μας πλεονέκτημα. Είμαστε το μόνο είδος στο ζωικό βασίλειο που μπορεί να συνεννοείται και να σχολιάζει τον εαυτό του και την πραγματικότητα. Κάτι ας πούμε που ο σκύλος μου δεν μπορεί να κάνει. Εδώ να σημειώσω πως είμαι άνθρωπος του σκύλου και όχι της γάτας.
Γιατί αυτό;
Δεν ξέρω. Ίσως γιατί εκεί που γεννήθηκα, στην Κωνσταντινούπολη, πάντα είχαμε μια γάτα σαν μέλος της οικογένειας γιατί είχαμε και πολλά ποντίκια. Οπότε τις συνήθισα, τις έχω συνδυάσει με άλλα βιώματα.
Ήσασταν μεγάλη οικογένεια;
Η μίνιμουμ οικογένεια. Η μητέρα μου, ο πατέρας μου και εγώ. Μοναχοπαίδι. Ακόμη και οι συγγενείς ήταν άλλο ένα ζευγάρι με τα δυο παιδιά τους. Και ήμουν άκρως τυχερός γιατί ήμουν το επίκεντρο κατά κάποιον τρόπο.
Πότε γυρίσατε από την Κωνσταντινούπολη;
Δεν γυρίσαμε. Ήρθαμε το ’63 στην Αθήνα. Τελείωσα το δημοτικό εκεί και πηγαινοερχόμουν μέχρι το 1972. Μετά ξαναπήγα το 2012. Αλλά, όχι, δεν νοσταλγώ την Κωνσταντινούπολη. Γενικά δεν νοσταλγώ, το θεωρώ χάσιμο χρόνου. Είμαι επικεντρωμένος στο τι κάνω τώρα.
Δεν νοσταλγείς. Δεν θα ήθελες να είσαι νεότερος;
Είμαι 66 στα 67, αλλά ευτυχώς όλη η γενιά μου δείχνει νεότερη. Κοίτα, σε γενικές γραμμές είμαι ευχαριστημένος με το πώς πέρασε η ζωή μου. Και με όλα όσα είχε. Τις επιτυχίες, τις αποτυχίες, τα ατυχήματα, τους απεγνωσμένους έρωτες, τις μαύρες στιγμές. Άλλωστε τα άσχημα ξεφτίζουν και στη μνήμη μένουν μόνο τα καλά. Βάζει φίλτρο το μυαλό στα άσχημα και τα διαγράφει.
Είχε και πολλή αναρχία ένα κομμάτι της ζωής σου. Εξάρχεια, Αριστερά και Κατερίνα Γώγου. Τι θυμάσαι από κείνη;
Η Κατερίνα ήταν η μεγαλύτερη τότε στην παρέα και νέα μητέρα. Στην παρέα ήμασταν γύρω στα 17 και εκείνη 22 και παντρεμένη με τον σκηνοθέτη Παύλο Τάσσιο. Ζούσαμε με έναν εντελώς αναρχικό τρόπο σκέψης. Με την Κατερίνα συναντηθήκαμε σε μια παράσταση που δουλέψαμε μαζί, στον θίασο της Λαμπέτη, και δέσαμε. Μου έδειχνε φοβερή εμπιστοσύνη και αγάπη, νομίζω ότι εκείνη έπεισε τον Τάσσιο να με πάρει να παίξω στην Παραγγελιά, την πρώτη μου ταινία. Και με πάντρεψε με την πρώτη μου γυναίκα.
Θυμάσαι κάποια συμβουλή ή κάποιο μότο που υιοθέτησες από κείνη στη ζωή σου;
Με τους ανθρώπους που έχεις καθημερινή επαφή δεν έχεις κάποιο τσιτάτο να θυμηθείς, πιο πολύ αντλείς το παράδειγμα από τη συμπεριφορά τους. Αυτό σου μένει και αυτό σου λείπει. Το «πάνω κάτω η Πατησίων», που γράφει σε ένα ποίημα, ήταν ένα αστείο της παρέας. Τότε όλοι μέναμε στην περιοχή και λέγαμε: Τι θα κάνεις απόψε; Τα γνωστά, πάνω κάτω την Πατησίων;
Πώς βίωσες την απώλειά της;
Η απώλεια της Κατερίνας υπήρξε πριν πεθάνει. Είχε ξεκόψει από όλους μας, τα ναρκωτικά τής είχαν επιβληθεί, την τελευταία φορά που την είδα στον δρόμο σχεδόν δεν με αναγνώρισε. Στεναχωρήθηκα αλλά το περιμέναμε. Ξέρεις πού στεναχωρήθηκα πάρα πολύ; Όταν πέθανε ο Χατζιδάκις. Σαν να πέθανε ο σκύλος μου, και όποιος έχει σκύλο θα καταλάβει τι σημαίνει αυτή η απώλεια. Δεν είχαμε γνωριστεί ποτέ αλλά μαύρισα όταν το είπαν στις ειδήσεις. Σαν να τέλειωσε μια εποχή. Σαν να πέθανε ένα κομμάτι μέσα μου, να μου το πήραν.
Τι θυμάσαι από τη Λαμπέτη;
Ότι είχε πάντα δίκαιο. Και κυρίως σε ό,τι αφορούσε το θέατρο. Επίσης το κριτήριό της για να σε συμπαθήσει ως άνθρωπο είναι να της άρεσες ως ηθοποιός. Αν δεν της άρεσες, δεν σε συμπαθούσε. Το ταλέντο που είχε κάποιος ήταν το βασικό της κριτήριο για να προσεγγίζει και να επιλέγει τους ανθρώπους γύρω της. Μάλιστα μια φορά με είχε αναφέρει σε μια συνέντευξή της απρόοπτα, χωρίς να τη ρωτήσουν, ότι είμαι ο καλύτερος ηθοποιός της γενιάς μου. Το θεώρησα πολύ τιμητικό για μένα.
Πόσους γάμους έχεις κάνει.
Δύο. Έχω κάνει έναν γάμο, έναν γάμο με παιδί και έχω κάνει ένα παιδί εκτός γάμου.
Είσαι κατά του γάμου, έχω διαβάσει. Δεν είναι πολύ δύο γάμοι;
Τώρα είμαι κατά του γάμου. Στις αριστερές οργανώσεις, ειδικά στις πιο επαναστατικές που ανήκα μικρός, παντρευόμασταν με θρησκευτικό γάμο και πολύ μικροί. Εγώ παντρεύτηκα στα 25.
Γενικά είχες πάντα μακροχρόνιες σχέσεις.
Ναι, δεν ξέρω γιατί. Πάντα έκανα σχέσεις με διάρκεια. Ελάχιστα διαστήματα έχω μείνει μόνος μου και δεν ήταν ευχάριστα διαστήματα. Όλη μου η ζωή είναι σχέσεις. Υπήρχαν περίοδοι που κατά κάποιον τρόπο το ξεφτίλιζα στα ερωτικά μου αλλά μετά πάλι έμπαινα σε σχέσεις. Τις επιζητούσα
Υπήρξαν περίοδοι που ψωνίστηκες;
Δεν ψωνίστηκα, γιατί, όταν έγινα γνωστός στην Αστροφεγγιά, ήμουν 29 χρονών. Οπότε υπήρχε μια ωριμότητα. Μικροέδειχνα. Όλα τα άλλα παιδιά, ο Κιμούλης, ο Βαλτινός, ήταν μικρότεροί μου κατά πέντε χρόνια. Και θυμάμαι, έλεγα στον Κιμούλη, μην κοιτάς που τώρα παίζεις τον συμμαθητή μου, σε λίγα χρόνια θα παίζεις τον πατέρα μου.
Και γνώρισες και νέα καριέρα με τους Παντρεμένους στα 46 σου.
Τότε εμένα τα κανάλια με θεωρούσαν μεταχειρισμένο. Ήθελαν να επενδύσουν σε νέα πρόσωπα και είχα πει, θα κάνω ό,τι βρω. Ε, μου πρότειναν το σίριαλ και αρχικά ήταν να κάνω τον οδοντίατρο που έκανε τελικά ο Παρτσαλάκης και τους πρότεινα να κάνω τον Ακάλυπτο, και έγινε μεγάλη επιτυχία.
Πάντως μου φαίνεται οξύμωρο να έχεις μια τόσο μεγάλη καριέρα καλλιτεχνικά και εμπορικά και να μου λες ότι παλεύεις για τα δάνειά σου.
Το ότι έχω μια καλή καλλιτεχνική πορεία δεν σημαίνει ότι είμαι καλός να διαχειρίζομαι και τα οικονομικά μου. Και κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, δεν ήμουν καλός. Εγώ δεν επένδυσα πουθενά, όσα έβγαζα τα χαλούσα. Και χωρίς να κάνω κάποιες ιδιαίτερες υπερβολές. Αλλά περνάγαμε ωραία κάθε βράδυ. Εντάξει, έχω και ένα σπίτι που μένω εγώ, ένα που μένει η Φαίη, ένα που μένει ο μεγάλος μου γιος, ένα πατρικό. Αλλά όλα πολύ συμμαζεμένα. Προέρχομαι από μια πολύ φτωχή οικογένεια, που δεν ήταν άπληστοι άνθρωποι, και έτσι δεν ήμουν και εγώ ποτέ άπληστος.
Τέσσερα σπίτια πολλά είναι.
Και μια βάρκα έχω, που τώρα είναι παροπλισμένη. Έκανα και πολλές διακοπές επίσης. Τα τελευταία έξι χρόνια δουλεύω καλοκαίρι. Παλιότερα έφευγα με τη βάρκα και γύριζα τέλη Αύγουστου κατάμαυρος για να ετοιμάσουμε τα παιδιά για το σχολείο. Σ’ το λέω γιατί υπήρχαν μεγάλα διαστήματα που δεν δούλευα, οπότε έφευγαν τα λεφτά.
Πού μένεις τώρα;
Στο Καλαμάκι τα τελευταία 25 χρόνια. Μου αρέσει το κέντρο, μου αρέσει να βγαίνω αλλά μου αρέσει εξίσου και η θάλασσα. Επίσης, εκεί που μένω είναι σαν γειτονιά και έχει ιδιαίτερη ηρεμία. Είμαι και εξοχή και 20 λεπτά από το Σύνταγμα.
Φωτογραφίες: Κοσμάς Κουμιανός
Διάβασε όλη τη συνέντευξη στο Down Town που κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη στα περίπτερα.