Μυτιλήνη: Πόσα παιδιά ακόμα θα πεθάνουν στο Αιγαίο;

Οι κάτοικοι και εθελοντές της Μυτιλήνης, μιλούν για όσα δεν θα δούμε ποτέ στις ειδήσεις των οκτώ.
Μυτιλήνη: Πόσα παιδιά ακόμα θα πεθάνουν στο Αιγαίο;



Σάββατο, 30 Ιανουαρίου 2015. Περίπου 100 άνθρωποι, άντρες, γυναίκες, παιδιά, ξεκινούν από την τουρκική επαρχία Τσανάκαλε, με προορισμό την Μυτιλήνη. 50 μέτρα από την ακτή το πλοιάριο προσκρούει στα βράχια. Βυθίζεται μέσα σε λίγα λεπτά. Ο απολογισμός είναι (μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι αράδες) 39 νεκροί, ανάμεσά τους και πέντε παιδιά. 39 άνθρωποι που δεν μπόρεσαν ποτέ να διασχίσουν τα 5 μίλια που τους χώριζαν από τη Σκάλα Συκαμιάς. 

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, από τις αρχές του χρόνου έχουν φθάσει στην Ελλάδα, 52.055 πρόσφυγες. 218 όμως δεν τα κατάφεραν ποτέ. Ο αριθμός είναι σοκαριστικός αν αναλογιστεί κανείς ότι οι νεκροί του Αιγαίου ολόκληρο το 2015 ήταν συνολικά 805, ενώ οι νεκροί μετανάστες σε παγκόσμιο επίπεδο για τον Ιανουάριο ήταν 361. Τα τελευταία περιστατικά εντός ελληνικών συνόρων ήταν αυτά της 27ης Ιανουαρίου στην Κω, όπου 26 άνθρωποι πνίγηκαν (10 άντρες, 6 γυναίκες και 10 παιδιά) και της 28ης Ιανουαρίου, όπου το ναυάγιο ανοιχτά της Σάμου πήρε μαζί του τουλάχιστον 15 παιδιά.

Η Βάλια, η Μαρία, η Βαρβάρα, ο Γιάννης, ο Rauri και η Teresa δεν θέλουν κανένα βραβείο. Δεν θέλουν κανένα λάβαρο, καμία δόξα και τιμή. Θέλουν να μη βλέπουν πια ανθρώπους να πνίγονται, όχι ζητώντας μια καλύτερη ζωή, διεκδικώντας απλώς την επιβίωση. Ξέρουν όμως κι οι ίδιοι ότι πιο πιθανό μοιάζει το ενδεχόμενο να κερδίσουν το Νόμπελ. 

Βάλια Μπαρμπατιώτη, ιδιοκτήτρια βιβλιοπωλείου
Ετών: 33 
Η Βάλια γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Τα τελευταία έξι χρόνια μένει με τον Γιώργο, τον άντρα της, και την κορούλα τους τη Μαρία στη Μυτιλήνη. Έχουν το βιβλιοπωλείο "Βοοκ And Art" στο κέντρο της πόλης. "Έκλεισα το μαγαζί ένα Σάββατο και τη Δευτέρα που πήγα να ανοίξω δεν μπορούσα να περάσω ούτε με το αυτοκίνητο. Για να καταλάβεις ντρεπόμουν ακόμη και να καθαρίσω, αφού ήξερα πως ο κόσμος που βρίσκεται μπροστά από τη βιτρίνα μου δεν είχε ούτε τουαλέτα να πάει για τις βασικές του ανάγκες", λέει όταν θυμάται την πρώτη εισροή των μεταναστών στο νησί το περασμένο καλοκαίρι.

Η Βάλια χαρίζει χαμόγελο στα παιδιά των μεταναστών. "Ένα απόγευμα στο σπίτι αποφάσισα να γράψω μία λίστα με τα πράγματα που θα έπαιρνα αν έφευγα βίαια από τη χώρα μου. Γράφοντας αυτή τη λίστα, η Μαρία ξεκίνησε να κλαίει γιατί έψαχνε το αγαπημένο της παιχνίδι τον Κο Κουνέλη. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Από τότε, μαζεύουμε με τον άντρα μου ξεχασμένα παιχνίδια και τα χαρίζουμε στα παιδιά αυτά που δεν έχουν τίποτα. Πηγαίνω στο λιμάνι πριν ή μετά από τη δουλειά μου και τα μοιράζω εκεί. Πάντα κουβαλάω και μαζί μου όμως γιατί ποτέ δεν ξέρεις πού θα βρεις κόσμο. Εγώ είχα μάθει από την οικογένειά μου όποτε υπάρχει ανάγκη και μπορώ να βοηθάω. Αν αυτό είναι εθελοντισμός  τότε γεννήθηκα εθελόντρια".
 
Οι κάτοικοι της Μυτιλήνης ζουν τον πόλεμο σε κάθε βλέμμα των μεταναστών. "Δεν χρειάζεται να έχεις δει ναυάγιο για να νιώσεις το νερό να πνίγει τον δικό σου λαιμό. Έχω δει βάρκες να βγαίνουν στη στεριά και ανθρώπους να φιλάνε το έδαφος. Τα πτώματα που ξεβράζει το Αιγαίο όμως με έχουν αλλάξει 180 μοίρες. Πριν λίγες μέρες, βρέθηκε ένα ακέφαλο πτώμα ενός κοριτσιού. Το ακέφαλο πτώμα ενός κοριτσιού και εμείς κοιμηθήκαμε εκείνο το βράδυ. Με εφιάλτες αλλά κοιμηθήκαμε. Νιώθω λιγότερο ή περισσότερο άνθρωπος τελικά, δεν ξέρω".

Οι άνθρωποι που ζουν καθημερινά αυτές τις ιστορικές στιγμές χρειάζονται ψυχολογική βοήθεια σύμφωνα με τη Βάλια. "Μία φορά μέσα στις γιορτές είχα το αμάξι γεμάτο παιχνίδια και πήγα στο λιμάνι, είχε πάρα πολύ κρύο και πίστευα πως όπως κάθε φορά θα έδινα κάποια παιχνιδάκια πριν φύγουν τα καράβια, μπαίνοντας μέσα όμως αντίκρισα περίπου 4-5-6.000 άτομα, δεν ξέρω. Ατελείωτες ουρές που με κάνανε να νιώθω σαν να σήκωνα όλο το βάρος του κόσμου στους ώμους μου. Εγώ χορτάτη από τις γιορτές, με δώρα κάτω από το δέντρο, με το ζεστό μου μπουφάν κρατούσα παιχνίδια να μοιράσω σαν Άγιος Βασίλης και τα παιδάκια με τους γονείς περίμεναν σε ουρές σαν να βρισκόμασταν στην κατοχή. Πήγα στην είσοδο και σε κάθε οικογένεια που έτρεχε για να μπει στην ουρά έτρεχα κι εγώ από πίσω για να χαρίσω τα παιχνίδια που κρατούσα. Ένιωθα ανήμπορη και δεν είχα άλλο τρόπο να βοηθήσω παρά μόνο αυτή την απλή κίνηση σε αυτά τα παιδιά. Η πρώτη φορά που έκλαψα κάτω στο δρόμο για εγκλήματα φριχτά που ένιωθα σαν να τα διέπραττα εγώ".
 
Το Νόμπελ Ειρήνης, δεν τη νοιάζει, δεν την αγγίζει. "Εγώ θέλω να μην ξαναδώσω παιχνίδι σε κανένα παιδάκι. Δεν θα ψήφιζα ποτέ για ένα τέτοιο βραβείο. Υπάρχει Νόμπελ καλοσύνης; Ανθρωπιάς; Ο καθένας κρίνει και ας το απονείμει στον εαυτό του. Για εμένα αρκεί για να δώσω ό,τι μπορώ, το παιδικό χαμόγελο". 

Διάβασε περισσότερα στο DownTown που κυκλοφορεί.