Γράμμα από το Milwaukee #3: Selfie με τον Αντετοκούνμπο και την οικογένειά του

«Γιάννη» του λέω προβληματισμένη, «φαίνομαι πολύ κοντή βρε αγόρι μου, νομίζω πως πρέπει να την τραβήξουμε από κάτω».
Γράμμα από το Milwaukee #3: Selfie με τον Αντετοκούνμπο και την οικογένειά του



Αδυνατώ να σκεφτώ έναν καλό τρόπο για να κρατήσω την προσοχή σας και να μην κάνετε όλοι scroll down για να βρείτε τη σέλφι, αλλά πραγματικά προσπαθήστε, και βασικά πριν συνεχίσουμε θέλω να πατήσετε play στο παρακάτω βίντεο και να το πάτε στο 32:07, και να το αφήσετε να παίζει ως το 37:10 ξέρω γω:

Όοοολα αυτά λοιπόν τα ζήσαμε το προηγούμενο Σάββατο εδώ στο Μιλγουόκι - με τη μόνη διαφορά ότι αντί για «Ζήτω η Αυστραλία» είπαμε “God bless America” και επίσης δεν είδαμε να κυκλοφορεί τριγύρω κάτι σε Συσσοβίτη αλλά και πάλι πόσες συγκινήσεις να αντέξει κανείς σε ένα βράδυ, αφού ήδη εδώ στην ετήσια συνάντηση είχαμε τον Γιάννη τον Αντετοκούνμπο.

ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ αλλά και όλη την οικογένεια - τη μαμά του Γιάννη, τον μπαμπά του Γιάννη, τα δύο αδέρφια του Γιάννη, και σας εγγυώμαι εκεί μέσα ήταν και η μελλοντική σύζυγος του Γιάννη αν κρίνω από το γυναικομάνι που τον ακολουθούσε σε κάθε του βήμα.

Το point της βραδιάς ήταν να γιορτάσουμε τα 94 χρόνια δράσης της ελληνοαμερικάνικης κοινότητας «Ahepa του Μιλγουόκι» αλλά ας μη γελιόμαστε εμείς πήγαμε γιατί κάποιος μας σφύριξε ότι θα είναι εκεί και ο Γιάννης, αλλιώς θα σου έλεγα εγώ αν θα χόρευα τσάμικα στην εκκλησία του Μιλγουόκι Σάββατο βράδυ την ώρα που οι μισές κολλητές μου στην Ελλάδα χορεύανε κάπου στο Μεταξουργείο και οι άλλες μισές κάπου στο Χολαργό.

Η αποστολή που μου έχει ανατεθεί από τη Νάνσυ Φαφούτη και το followme.gr είναι να βγάλω σέλφι με τον Γιάννη. Βασικά το κόνσεπτ είναι να βγάλω σέλφι με τον Γιάννη ΚΑΙ ΟΛΟ ΤΟΥ ΤΟ ΣΟΙ, με άλλα λόγια με πλημμυρίζει ένα μίγμα ντροπής και δέους που αδυνατώ να διαχειριστώ, μέχρι τη στιγμή που εντοπίζω τον Γιάννη στον μπουφέ με τα φαγητά, ακριβώς δίπλα στο ταψί με το παστίτσιο. Ντρέπομαι να του μιλήσω γιατί έχω τιγκάρει το πιάτο μου με αρνί και ρύζι και κυρίως γιατί ακόμα δεν έχω πιει ούτε μισό ποτήρι κρασί, αλλά τη ΔΕΥΤΕΡΗ φορά που ερχόμαστε τετ α τετ, στον μπουφέ με τα γλυκά, σκέφτομαι ότι δεν υπάρχει πια επιστροφή. Αφήνω κάτω τα πιατάκια που έχω γεμίσει μπακλαβάδες και εκλεράκια, γεγονός που από μόνο του δείχνει την αποφασιστικότητα που με έχει πλημμυρίσει, και τον πλησιάζω με το κινητό στο χέρι.

«Γιάννη-γεια. Θέλω να βγάλω μια σέλφι μαζί σου. Θα την ανεβάσουμε σε ένα σάιτ, εκεί που γράφει μία κολλητή μου» (εκεί διαπίστωσα πόσο χαρούμενη είμαι που οι υπόλοιπες κολλητές μου κάνουν νορμάλ και αυτόνομες δουλειές και δεν μου αναθέτουν κι άλλες τέτοιες χαριτωμένες αποστολές). Αυτό ήταν. Βγαίνει η πρώτη σέλφι. Κλικ.

Την τσεκάρω στα καπάκια - και τότε διαπιστώνω το λάθος μου. «Γιάννη» του λέω προβληματισμένη, «φαίνομαι πολύ κοντή βρε αγόρι μου, νομίζω πως πρέπει να την τραβήξουμε από κάτω». Και τότε συμβαίνει το καλύτερο photobomb στα χρονικά του photobomb από το φίλο μου τον Γιώργο, που έχει έρθει να ελέγξει γιατί αργώ με εκείνους τους μπακλαβάδες.

Λοιπόν άντε εδώ που φτάσαμε ας ρίξω και τη φωτό που βγάλαμε δίπλα δίπλα με τον Γιάννη, αυτό το υπέροχο πλάσμα που με έκανε να νιώσω ο θηλυκός Tyrion Lannister.

Στη συνέχεια, αφήνω τον Γιώργο και το κορίτσι του να απασχολούν τον Γιάννη με περισσότερες φωτογραφίες (ε βέβαια αφού πρώτα άνοιξε το δρόμο η υπογράφουσα), και κατευθύνομαι στην υπόλοιπη οικογένεια. Αρχικά στον αδερφό του Γιάννη, τον Κώστα.

Εντάξει στον Κώστα δεν χρειάζεται να εξηγήσω τι θέλω να κάνω, με είχε ακούσει προηγουμένως να μιλάω στον Γιάννη και με κοιτούσε ήδη με ένα υπέροχο χαμογελάκι, με αυτό δηλαδή που κοιτάμε τους πολύ τρελούς ανθρώπους όταν βρίσκονται σε απόσταση λιγότερη του ενάμιση μέτρου από μας. Τον πλησιάζω κραδαίνοντας το κινητό, «Είσαι μεγάλη φαν ε;» ρωτάει, «Τι φαν παιδί μου, που την πρώτη φορά που με πήγανε για sushi ήθελα να παραγγείλω πικ-εν-ρόλ;».

Ε και φυσικά το πιο δύσκολο κομμάτι της αποστολής ήταν η μαμά του Γιάννη γιατί όπως και να το κάνουμε είναι η ΜΑΜΑ του, και εμένα οι μαμάδες των αγοριών μου προκαλούν μεγάλο σεβασμό (βασικά τρόμο), μην αρχίσει τώρα τα «τι τις θες τις σέλφι ΜΕ ΤΟ ΓΙΟ ΜΟΥ» και «ποια εισαι συ» και τέτοια, κάηκα. «Γεια σας», λέω, «είμαστε πολύ περήφανοι για το γιο σας, είναι και εξαιρετικό παιδί (εδώ είπα να κάνω λίγη προπόνηση για νύφη, εντάξει δεν έλεγα και ψέματα άλλωστε, σωστά;), θέλετε να βγάλουμε και μαζί μια σέλφι;», με κοιτάει σχεδόν με οίκτο και γνέφει θετικά – εδώ βασικά θα κόψω για λίγο την πλάκα και θα πω ότι η μαμά Αντετοκούνμπο είναι από τους πιο γλυκούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει σε όλη τη ζωή μου, δεν θέλω να σκέφτομαι το υφάκι που θα είχε μια τυπική Ελληνίδα μάνα ενός ταλέντου που κατέληξε στο ΝΒΑ, η κυρία Βερόνικα είναι ένα σούπερ κουλ άτομο, και πάρ’τε τώρα και τη φωτό γιατί είμαι στα πρόθυρα συγκίνησης.

Το ότι ο Γιάννης και η λοιπή αξιαγάπητη οικογένεια Αντετοκούνμπο εξαφανίστηκαν από την εκδήλωση γύρω στα είκοσι λεπτά μετά την επίθεση που τους εξαπέλυσα θα το θεωρήσω τυχαίο γεγονός, επίσης τώρα που το σκέπτομαι λίγο πιο σοβαρά, σαν να ανέβηκε απότομα από σήμερα ο πήχης της στήλης, φοβάμαι ότι μόλις παρα-έδωσα θάρρος στη Νάνσυ και ας μη γελιόμαστε τι άλλο μένει; Να με βάλει να πάρω στο κατόπι την Μισέλ Ομπάμα σε κανά φιλανθρωπικό γκαλά και να ζητάω σέλφι.

Υγ. Ζαφ, αν διαβάζεις αυτές τις γραμμές, ..... για σένα δουλεύω βρε κουτό.

*Από το Brew City για την Αθήνα,
Δέσποινα-.