Δεν έχουν περάσει έξι μήνες από τότε που πήγαμε στις κάλπες. Δεν πιστέψαμε ποτέ ότι λεφτά υπάρχουν αλλά ενδεχομένως κάποιοι από εμάς πίστεψαν ότι ίσως δουν μια αλλαγή. Προς το καλύτερο. Που είναι όμως αυτή η αλλαγή;
Τη Δευτέρα 6 Ιουλίου θα είναι ίσως η πιο καθοριστική, η πιο δύσκολη μέρα των τελευταίων χρόνων που θα ξημερώσει. Για όλους. Πόσο μάλλον για εμάς τους τριαντάρηδες.
Που είμαστε στην πιο παραγωγική περίοδο της ζωής μας. Που τα πράγματα είχαν αρχίσει να "στρώνουν". Που πιστέψαμε ότι αυτή η χώρα της "φαιδράς πορτοκαλέας" που έλεγε κι ο ποιητής, δεν είναι και τόσο φαιδρή τελικά. Που θεωρήσαμε ότι το μέλλον μας είναι εδώ. Στο σπίτι που αγαπήσαμε να μένουμε, στο κέντρο της πόλης που αγαπούσαμε να βγαίνουμε τις Κυριακές, στον ήλιο και τη θάλασσα, στην κίνηση της Βασιλίσσης Σοφίας, στην χώρα που γίνονται πράγματα κι ας γίνονται αργά και βασανιστικά. Στη χώρα που πιστέψαμε ότι μπορούμε να αλλάξουμε. Στη χώρα που θα κάναμε αυτό που σπουδάσαμε, αυτό που ονειρευτήκαμε. Αλλά όχι.
Γιατί κάποιοι απ' έξω κι από μέσα, μας έκλεψαν αυτό το ρημάδι το όνειρο. Το άρπαξαν, το τσαλάκωσαν και το πέταξαν στα σκουπίδια. Κάποιοι μας έκοψαν την τύχη στην γκιλοτίνα. Κάποιοι ακύρωσαν τους στόχους μας.
Θα μείνω μόνη μου.
Θα κάνω αυτό που αγαπάω κι όχι αυτό που μου παρέχει απλώς τα προς το ζην.
Θα ρισκάρω επαγγελματικά για να αλλάξω τη ζωή μου.
Θα ταξιδέψω.
Θα κάνω οικογένεια.
Τόσα "θα". Οι μελλοντικοί χρόνοι πια είναι (ή έτσι δείχνει τώρα τουλάχιστον) απαγορευμένοι. Και το δίλημμα των τριαντάρηδων πια είναι ένα και είναι στον ενεστώτα. Μένουμε (και καταδικαζόμαστε) ή φεύγουμε (και ξεκινάμε από το μηδέν);
Γιατί και τόσο το "ναι" όσο και το "όχι" με καταδίκη μοιάζουν.