Συνέντευξη στο περιοδικό DownTown και τη Φανή Πλατσατούρα παραχώρησε η Φωτεινή Βελεσιώτου. Διάβασε παρακάτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
Διακόψαμε τη συνέντευξη δύο φορές γιατί τα μάτια της υγράνθηκαν πολύ. Την πρώτη όταν μίλησε για τη μάνα της, για τον καρκίνο που της την πήρε μακριά και τις τύψεις που νιώθει τώρα επειδή ως κορίτσι στην εφηβεία υπήρξε σκληρή μαζί της. «Η Λιλίκα μου, η μάνα μου, η μεγαλύτερη αγάπη της ζωής μου...» είπε τρεμουλιαστά και τράβηξε μια ακόμη, γερή τζούρα νικοτίνης. Ύστερα η κουβέντα ήρθε στη συναυλία που έδωσε φέτος το καλοκαίρι στην Κω. «Είδα με τα μάτια μου μωρά να ξεβράζονται στη θάλασσα και γονείς να μην έχουν το κουράγιο να τραβήξουν τα νεκρά κορμάκια τους στη στεριά». Αυτή είναι η Φωτεινή Βελεσιώτου, ένας απλός άνθρωπος. Έτσι μου συστήθηκε τουλάχιστον όταν τη ρώτησα ποιος τίτλος της ταιριάζει περισσότερο από τους «νέα Σωτηρία Μπέλλου» και «ροκ ρεμπέτισσα» που της χρέωσαν όσοι την άκουσαν για πρώτη φορά το 2008 να τραγουδά τις «Μέλισσες»…
«Με κυνηγούν οι μέλισσες και εσύ που δεν με θέλησες». Έχει ωραία ιστορία αυτό το τραγούδι που παίζεται ακόμη στα ραδιόφωνα και έκανε τη Φωτεινή Βελεσιώτου να μαζέψει βαλίτσες, να αποχαιρετήσει τους συγχωριανούς της στο Πλαγιάρι της Θεσσαλονίκης (ένα προσφυγικό χωριό 18 χλμ. έξω από την πόλη) και να γίνει μόνιμη κάτοικος Αθηνών. «Μ’ έβγαλε από την ησυχία μου αυτό το τραγούδι. Είχα πάει να ακούσω κάτι φίλους που έπαιζαν σε ένα ταβερνάκι της Θεσσαλονίκης. Με σηκώνουν πάνω να πω κι εγώ ένα τραγούδι και κατεβαίνοντας με πλησιάζει ο Γιώργος Καζαντζής που έτυχε εκείνο το βράδυ να βρίσκεται στο μαγαζί. «Έχω ένα τραγούδι φυλαγμένο στο συρτάρι μου εδώ και δύο χρόνια. Έψαχνα τη φωνή που θα μπορέσει να το πει. Κυρία Βελεσιώτου, σας χρειάζομαι». Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα και η γυναίκα που τραγουδούσε εννιά ολόκληρα χρόνια -χωρίς μικρόφωνο!- στα κουτούκια της Θεσσαλονίκης ήρθε να γεμίσει στάδια με 6.000 κόσμο, να φιλοξενείται σε τιμητικές βραδιές στο Ηρώδειο και να την πολιορκούν όλα τα κανάλια για να δώσει μία μόνο συνέντευξη. «Σε δυο εκπομπές έχω πάει όλες και όλες. Δεν με ενδιαφέρει να υπάρχω στην τηλεόραση, ούτε να δίνω συνεντεύξεις. Όλο αυτό με τη δημοσιότητα, τους μάνατζερ και τις απαιτήσεις των δισκογραφικών εταιρειών μπορώ να το διαχειριστώ γιατί είμαι πια 57 χρονών γυναίκα και δεν έχω γύρω μου καλάμια για να τα καβαλήσω. Θέτω εξαρχής τα όριά μου και λέω “παιδιά, μέχρι εκεί μπορώ”. Ξέρω τι θέλω από τη ζωή μου και δεν θα ξεπουληθώ για τη δημοσιότητα και την κάθε πρόταση που μπορεί να μην μου είναι αρεστή. Και φυσικά δεν είμαι καμιά παιδούλα για να ανέβω πάνω στη σκηνή και να αρχίσω να κουνιέμαι. Αγγούρι γεννήθηκα, αγγούρι θα πεθάνω (γέλια)».
Περισσότερα στο περιοδικό DownTown που κυκλοφορεί.